|
Η ΣΕΛΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟ ΨΑΡΕΜΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΨΑΡΑΔΕΣ |
|
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
 |
|
|
 |
|
ΣΑΛΑΧΙ
ΣΑΛΑΧΙΑ ή ΡΑΓΙΕΣ
Τα σαλάχια είναι ένχονδρα ψάρια που ανήκουν στην οικογένεια των ραγιδών. Ζουν στις εύκρατες και ζεστές θάλασσες και έχουν κρέας νόστιμο. Πιάνονται κατά το μεγαλύτερο μέρος με τράτες ή τυχαία με παραγάδια βυθού γιατί είναι αρκετά λαίμαργα για κάθε δόλωμα που αποτελείται από μαλάκια, οστρακόδερμα και ψάρια.
Στις ζεστές θάλασσες και στη νότια Μεσόγειο πιάνονται εύκολα, ειδικά την νύχτα, από τις αμμουδιές με τα γερά καλάμια ριξίματος, που χρησιμοποιούνται για το σερφκάστινγκ, κατά τη διάρκεια του ψαρέματος άλλων ειδών, πολύ πιο αξιόλογων. Μερικά σαλάχια είναι φαγώσιμα, τουλάχιστον κατά ένα μέρος τους, ενώ άλλα είναι απολύτως άνοστα. Πάντως εκτός από το αθλητικό ενδιαφέρον και από την αντίσταση, που ένα μεγάλο σελάχι μπορεί να προβάλλει, το πιάσιμο ενός σαλαχιού σίγουρα δεν αντιπροσωπεύει μια επιτυχία.
Το πιο μεγάλο μέρος των ειδών ζουν σε βάθος όχι μεγαλύτερο από 100 μ. Προτιμούν βυθούς αμμώδεις, βουρκώδεις ή ανάμικτους. Τσιμπούν όλο τον χρόνο τα αγκίστρια τόσο των παραγαδιών όσο και των πετονιών από την ξηρά, αλλά πιο συχνά τσιμπούν το καλοκαίρι. Αντιστέκονται ηρωικά, πρώτα κολλώντας στον βυθό και στην συνέχεια αντιτάσσοντας την επιφάνεια του σώματος τους στο τράβηγμα της πετονιάς. Τα δολώματα γενικά αποτελούνται από μια σαρδέλα ή από μια αντζούγια δολωμένη ολόκληρη και αυτά τα καταπίνουν βαθιά.
Μερικά είναι επικίνδυνα για τις πληγές που μπορούν να προκαλέσουν με τα αγκάθια τους (που είναι πολύ αγκιστρωτά) και που φέρουν στο μακρύ ουριαίο πτερύγιο. Μεταξύ των πλέον κοινών στις εύκρατες και ζεστές θάλασσες είναι:
- Ο βάτος (Raja batis),
- Ο οξύρρυγχος (Raja oxyrhynchus), που λέγεται έτσι γιατί έχει κεφάλι με μυτερό ρύγχος,
- Η ράγια (Raja clavata), που χαρακτηρίζεται από το ρομβοειδές σώμα, το γενικά χοντροκομμένο σχήμα και τη ράχη της που είναι σκεπασμένη με μικρά κοκάλινα λέπια εφοδιασμένα με αγκάθια.
- Η αγκαθωτή ράγια (Raja fullonica) που έχει με σώμα σαν ρόμβο, ράχη με αγκάθια και πιό ανοιχτό χρώμα,
- Η άσπρη ράγια (Rajia alba), που έχει μυτερή και κοντή μουσούδα, που τελειώνει σε ράμφος, εφοδιασμένο με μικρά αγκάθια στο πάνω όριο των στηθαϊων και κοντή ουρά εφοδιασμένη με τρεις σειρές από αγκιστρωτά αγκάθια.
- Ο αστερίας (Raja asterias), που έχει στρογγυλό μουσούδι και μακριά ουρά και σώμα σχεδόν χωρίς αγκάθια, αλλά αρκετά τραχύ, ενώ η ουρά του είναι εφοδιασμένη με τρεις σειρές από αγκάθια.
- Η ράγια miraletus (Raja miraletus), που έχει το οριζόντιο προφίλ στρογγυλεμένο και τον δίσκο με δυο κηλίδες γαλάζιες στρογγυλές, που περιβάλλονται από μαύρο και ανοιχτό καστανό και
- Η ράγια radula (Raia radula), που χαρακτηρίζεται από μια μεγάλη καστανή κηλίδα, σε κάθε στηθιαίο, περιτριγυρισμένη από κίτρινο χρώμα.
|
|